Άρθρο της Daniela Semedo, PhD
Οι γυναίκες με Πνευμονική Αρτηριακή Υπέρταση (ΠΑΥ) συχνά κάνουν καθιστική ζωή και αυτή η έλλειψη καθημερινών δραστηριοτήτων προκαλεί σωματική και φυσική κόπωση και χαμηλή διάθεση, σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Chest. Η μελέτη με τίτλο “Φυσική Δραστηριότητα και Συμπτώματα στην Πνευμονική Αρτηριακή Υπέρταση,” (“Physical Activity and Symptoms in Pulmonary Arterial Hypertension”) δείχνει ότι οι πρωτοβουλίες για την βελτίωση της φυσικής κατάστασης και παρόμοιων συμπτωμάτων μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση των φυσικών δραστηριοτήτων στους ασθενείς με ΠΑΥ.
Η ΠΑΥ είναι μια χρόνια ασθένεια που εμφανίζεται κυρίως σε γυναίκες ώριμης ηλικίας. Οι ασθενείς με ΠΑΥ αναφέρουν πολλαπλά συμπτώματα, μταξύ των οποίων δύσπνοια, κόπωση και σφίξιμο στο στήθος, καθώς και δυσκολία στην άσκηση. Η κόπωση είναι ένα πολυπαραγοντικό σύμπτωμα, το οποίο ορίζεται ως μία εξουθενωτική και διαρκής αίσθηση εξάντλησης η οποία μειώνει την ικανότητα προς εργασία και πραγματοποίηση καθημερινών δραστηριοτήτων. Τα στοιχεία δείχνουν ότι περισσότερο από το 90% των ασθενών με ΠΑΥ αναφέρουν υψηλά επίπεδα κόπωσης σε βαθμό που επηρεάζουν την καθημερινότητα τους, ενώ πολλοί είναι αυτοί που αναφέρουν υποβάθμιση της σχετικής με την υγεία ποιότητας ζωής τους.
“Η κόπωση είναι ένα κοινό σύμπτωμα σε ασθενείς με ΠΑΥ, όμως ο αντίκτυπος της κόπωσης στης καθημερινές φυσικές δραστηριότητες με ΠΑΥ παραμένει άγνωστος,” δήλωσε σε συνέντευξη τύπου η Δρ Lea Ann Matura του University of Pennsylvania School of Nursing in Philadelphia. “Το επιταχυνσιόμετρο είναι μία ασφαλής μέθοδος εκτίμησης της φυσικής δραστηριότητας. Υποθέσαμε ότι οι ασθενείς με ΠΑΥ που αναφέρουν υψηλά επίπεδα κόπωσης θα παρουσιάζουν και χαμηλές μετρήσεις στα επίπεδα καθημερινής δραστηριότητας στο επιταχυνσιόμετρο”. Για να προσδιορίσουν την αξιοπιστία των μετρήσεων φυσικής δραστηριότητας με τον επιταχυνσιόμετρο, την πιθανή διασύνδεση μεταξύ αναφορών κόπωσης και του επιπέδου φυσικής δραστηριότητας, και την διασύνδεση μεταξύ επιπέδων φυσικής δραστηριότητας και την σχετική με την υγεία ποιότητα ζωής, η Δρ. Matura και οι συνεργάτες της έκαναν έρευνα σε δείγμα 15 γυναικών ασθενών. Το 53% εξ αυτών είχαν κληρονομική ή ιδιοπαθή ΠΑΥ.
Η μελέτη ξεκίνησε με την συμπλήρωση δύο εκθέσεων (Multidimensional Fatigue Inventory (MFI) και United States Cambridge Pulmonary Hypertension Outcome Review (US CAMPHOR)), και με βάδιση έξι λεπτών. Οι συμμετέχοντες φορούσαν το επιταχυνσιόμετρο στο γοφό και κρατούσαν ένα ημερολόγιο δρασηριοτήτων για επτά ημέρες. Την δέκατη πέμπτη ημέρα, οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν εκ νέου τις δύο εκθέσεις και στην συνέχεια φόρεσαν το επιταχυνσιόμετρο και κράτησαν το ημερολόγιο δραστηριότητων για άλλες επτά ημέρες. Όλες οι πολυμεταβλητές αναλύσεις είχαν προσαρμοστεί με βάση την ηλικία, τον δείκτη μάζας σώματος και τον τύπο ΠΑΥ.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι 85% του χρόνου οι γυναίκες με ΠΑΥ έκαναν καθιστική ζωή, με ήπια δραστηρίοτητα να πραγματοποιείται μόνο στο 10% του χρόνου που ήταν ξύπνιες. Τα χαμηλά επίπεδα καταγεγραμμένης δρασηριότητας συνδέονται με τις αναφορές των ιδίων περί χαμηλών επιπέδων ενέργειας και σωματικής και πνευματικής κόπωσης. Περίοδοι δραστηριότητας, όμως, επίσης συνδέθηκαν με αναφορές μειωμένων επιπέδων ενέργειας. Σύμφωνα με τους ερευνητές, χρειάζονται περαιτέρω μελέτες στη διατήρηση ενέργειας ή άλλες πρωτοβουλίες για να αυξηθεί η φυσική δραστηριότητα προκειμένου να εκτιμηθεί η χρησιμότητά τους στην βελτίωση των συμπτωμάτων κόπωσης, δύσπνοιας και χαμηλής ποιότητας ζωής που αναφέρουν οι ασθενείς.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στα αγγλικά στο Pulmonary Hypertension News.